page top

Σε ποιο σύμπαν ζεις;

Επιμέλεια : Σαβίνα Ακουμιανάκη Ψυχολόγος MSc

Δημοσιεύτηκε 25/4/2014 16:46

Σε ποιο σύμπαν ζεις;

Ήταν Τετάρτη βράδυ. Εδώ και ένα μήνα κάθε Τετάρτη ακολουθώ την ίδια πορεία. Σπίτι -608- Πανεπιστήμιο και αναρωτιέμαι πόσα μίλια μακριά είμαι από τον προορισμό μου. Όχι το σπίτι μου. Άλλωστε αυτό που μένω τώρα δεν είναι δικό μου. Τι κι αν εκεί έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωή μου. Ίσα - ίσα αυτό μου θυμίζει μια σταθερότητα τόσο καταστροφική όσο η ανθρώπινη φύση μας. Αλλά ας συμφωνήσουμε ότι η Δευτέρα είναι η αρχή της εβδομάδας και η Παρασκευή το τέλος της. Το Σαββατοκύριακο δεν μετράει. Αυτή η άτυπη συμφωνία μας οδηγεί να παραδεχτούμε ότι βρισκόμαστε στην μέση της εβδομάδας. Ακόμα κι εδώ έχουμε την ανάγκη να ορίζουμε αρχή, μέση και τέλος. Μας αρέσει να μετράμε και να τα υπολογίζουμε όλα με αριθμούς. Ποσοτικά. Ίσως επειδή τα νούμερα, οι αριθμοί δηλαδή είναι πιο εύκολα να κατανοηθούν. Δεν χρειάζονται επεξήγηση. Το τέσσερα σημαίνει τέσσερα, ενώ η λέξη «χρόνος» δεν σημαίνει για όλους μας το ίδιο.

Αυτή η συγκεκριμένη Τετάρτη του χρόνου, με βρίσκει σ’ ένα λεωφορείο. Το μάτι μου πέφτει πάνω σε έναν άντρα. Είναι γύρω στα 60 αλλά έμοιαζε πολύ μεγαλύτερος. Αυτός ο άντρας ήταν σαν να είχε μπει στην μηχανή του χρόνου και να είχε μεταφερθεί από κάποια άλλη εποχή. Τα μαλλιά και τα γένια του ήταν μακριά, λευκοκίτρινα και βρώμικα. Τα ρούχα του σχισμένα, παλιά, πολύχρωμα. Σκέφτομαι ότι αν αυτός ή εμείς μεταφερόμασταν στα Μάταλα του ’60, κανείς δεν θα παρατηρούσε αυτόν το κύριο. Κανείς δεν θα σκεφτόταν τίποτα γι’ αυτόν τον άντρα· αν ήταν άστεγος ή τρελός ή και τα δύο. Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα γινόταν καν ιστορία δική μου. Κάποια στιγμή κάθεται και βγάζει μέσα από την μεγάλη σχολική τσάντα που είχε μια μικρότερη που μέσα σε αυτήν είχε μια πλαστική σακούλα, μέσα στην οποία είχε τυλιγμένο σε μια πετσετούλα ένα παλιό κινητό. Το κινητό του. Δίπλα του είναι μια κοπέλα. Της Φιλοσοφικής. Δεν ξέρω τμήμα, την είχα δει πρωτύτερα να βγαίνει μαζί με μένα. Πρέπει να είναι στο δεύτερο έτος. Είναι μικρή αλλά γνωρίζει ήδη αρκετά καλά την σχολή. Φαίνεται μια εξοικείωση με τον χώρο. Τόση όση. Έχει μακριά σκούρα καστανά μαλλιά. Ξέχασα να πω ότι η ανάσα του άντρα μυρίζει κρασί. Έντονα, μαρτυρώντας ότι έχει περάσει πολλές ώρες πόσης. Η μυρωδιά αυτή οδηγεί την κοπέλα να σηκώσει τα μακριά μαλλιά της και να τα φέρει προς την μύτη της, σκεπάζοντας σχεδόν το μισό της πρόσωπο. Εκεί κάπου χτυπάει και το δικό μου κινητό. «Πάμε να δούμε τους Αστερισμούς;». Ακούγεται σαν «πάμε να δούμε τα αστέρια;» Πόσες φορές μας δίνεται αυτή η ευκαιρία μια συνηθισμένη Τετάρτη βράδυ; Ή πόσες φορές είδα τα αστέρια μια Τετάρτη βράδυ; Θυμάμαι την συζήτηση με την μικρή ανιψιά μου.

-Γιατί κάνουμε ευχές όταν πέφτει ένα αστέρι;

-Για να περάσει η ώρα της απάντησα.

-Και γιατί δεν έχει αστέρια εδώ στην Αγγλία;

-Έχει αλλά δεν τα βλέπεις.

-Ίσως γι’ αυτό δεν περνά η ώρα εδώ.

-Περνά αλλά με δύο ώρες διαφορά.

Και επειδή δεν είναι καιροί για αστέρια –τουλάχιστον για μένα- αρχίζω και σκέφτομαι την πιθανότητα να δω την παράσταση με αυτό το όνομα…«Δεν ξέρω…Δεν έχω όρεξη…Φυσική;...μμμ… Δέχονται και θεατρικές ατέλειες;...μμμ!...Έχω διάβασμα…Έ…εερχομαι!»

Στο δρόμο για το θέατρο, και συγκεκριμένα Καλλιρρόης και Φραντζή, εκεί ακριβώς που περνάει το τραμ…έρχομαι αντιμέτωπη με μια κομβική στιγμή ενός αγνώστου ταυτότητας κυρίου που δευτερόλεπτα και χιλιοστά τον χώρισαν από τον θάνατο. Τον τραβάω «Θα σας πάταγε το τραμ, κύριε». Σοκαρισμένος χτυπάει το μέτωπο του με το χέρι του και μου λέει «Παραλίγο, τι μπορεί να πάθεις!» Εγώ συνεχίζω «Έτσι είναι, απλά αν δεν θέλετε να αυτοκτονήσετε την επόμενη φορά να κοιτάτε και από τις δύο πλευρές». Επιταχύνω το περπάτημα μου σαν να μην θέλω να ακούσω τι έχει να μου πει. Με προλαβαίνει μετά από λίγο και με σταματά. «Απλά ήθελα να σε ευχαριστήσω». Ψελλίζω ένα ψυχρό «ναι» και φεύγω. Άρχισα να σκέφτομαι όλες τις πιθανές εκδοχές. Να μην είχα δει το τραμ που έρχεται, να το είχα δει αλλά να μην τον είχα τραβήξει κ.ο.κ.

Με αυτές τις σκέψεις έφτασα μέχρι το θέατρο. Η παράσταση ξεκινά με αποσπάσματα συζητήσεων για τα παράλληλα σύμπαντα. Ακούγοντας για παράλληλα σύμπαντα, αντιπαράλληλα αλλά και σύμπαντα φυσαλίδων έρχονται στο μυαλό μου εικόνες φυσαλίδων κόκκινης σάλτσας που κοχλάζει και περιμένει τα μακαρόνια να βουτήξουν μέσα της. Και ένα κόκκινο κρασί να περιμένει «να το πιω στο ποτήρι».

Το ζευγάρι του έργου μου θυμίζει πολλά. Δεν έχω καταλήξει αν είναι καλό ή κακό αυτό. Μου θυμίζει την αέναη μάχη μεταξύ της επιθυμία να θυμάμαι έναντι της ανάγκης να ξεχάσω. Διαφορετικά Memento ή Αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού; Γιατί να θυμάμαι το παρελθόν και να μην θυμάμαι το μέλλον; Γιατί να μπορούμε να επηρεάσουμε το μέλλον αλλά όχι το παρελθόν;

Κι ενώ το ζευγάρι της παράστασης μεταφέρεται από σύμπαν σε σύμπαν, με παρασέρνει κι εμένα σε αυτό το πέρα δώθε. Σε ένα από αυτά τα σύμπαντα, πατάω pause. Το ζευγάρι βρίσκεται μετά από χρόνια. Είναι χωρισμένοι χρόνια. Σκέφτομαι ότι κάθε φορά που γνωρίζω κάποιον που εν δυνάμει θα μπορούσα να ήμουν μαζί του, από την πρώτη κιόλας στιγμή σκέφτομαι ότι έχουμε χωρίσει. Ναι, θετική σκέψη! Έχουμε λοιπόν χωρίσει και τον συναντάω μετά από χρόνια - όχι σε σχολή χορού όπως στο έργο - αλλά σε ένα συνέδριο, μια ημερίδα, ένα διεπιστημονικό συμπόσιο τέλος πάντων. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι ο άλλος πρέπει να είναι ομιλητής, δηλαδή να έχει την κατάλληλη γνώση και μόρφωση. Και τώρα εξηγείται γιατί με έλκουν οι άντρες με ακαδημαϊκή καριέρα. Γιατί απλούστατα με τους υπόλοιπους δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κι άρα να ζήσω το σημαντικότερο κομμάτι της σχέσης μας. Τον χωρισμό και την μετέπειτα συνάντηση μας στο συνέδριο. Κάθε φορά που πήγαινα σ’ ένα συνέδριο την προσοχή μου αποσπούσαν οι ερωτικές ιστορίες των άλλων. Έτσι τα συνέδρια γίνονταν πιο ενδιαφέροντα για μένα. Είχα να ασχοληθώ με τις ζωές των άλλων. Αλλά με μένα θα ήταν διαφορετικά. Δεν θα ήταν μια μίζερη συνάντηση μεταξύ συνεργατών. Tres banal για τα γούστα του alter ego μου ή μάλλον του ατελούς αντιγράφου του εαυτού μου που θα βρισκόταν σε αυτήν την θέση. Όπως και στους «Αστερισμούς» θα ήταν τυχαία η συνάντηση. Τρελαίνομαι γι αυτές τις αμήχανες συζητήσεις τύπου:

«Γεια!

-Γεια! (αμήχανη αγκαλιά)

-Εσύ; Εδώ; Πωπω!

-Ναι!...Τι κάνεις;…έλα σοβαρά;…

-Ναι…Εμ, διάβασα ένα από τα άρθρα που έγραψες…

-Σοβαρά;

-Ένα που έλεγε για το πώς κατέγραψαν σμήνη γαλαξιών που απομακρύνονται εκπέμποντας ακτίνες Χ…

-Α! αυτό…

-Και ένα άλλο που κατέβασα από το ιντερνέτ  για θερμούς νάνους ήλιους…

-Έψαχνες στο google για πορνό με νάνους, ε;

-Τι πράγμα;

-Νάνοι - ξέρεις πήγα να κάνω -

-Α, ναι κατάλαβα….ναι

-Χάρηκα!

-Κι εγώ! (δεν μ’ αρέσει να επαναλαμβάνομαι αλλά…δεύτερη αμήχανη αγκαλιά)»

Όπως αφήνεται να νοηθεί από την παράσταση τίποτα δεν είναι προκαθορισμένο. Όλα είναι δημιουργήματα του μυαλού μας και μπορούν να αλλάξουν ή απλά να τα κατευθύνουμε να συμβούν. Και εκεί είναι που έρχεται στο μυαλό η απάντηση «Πόσο σίγουρη είσαι γι’ αυτό;» που πήρα στον ισχυρισμό μου «Δεν θέλω να ερωτευτώ, βαριέμαι»… Και ενώ ήθελα να απαντήσω καταφατικά και απόλυτα στο πόσο σίγουρη είμαι, η αρχή της αβεβαιότητας του Χαίζενμπεργκ δεν μου δίνει κανένα περιθώριο. Και δυστυχώς αν για κάτι μπορούμε να είμαστε βέβαιοι είναι ότι τίποτα δεν είναι βέβαιο και σίγουρο.

Όλα μπορούν να γίνουν αρκεί να το θέλεις. Η δύναμη της θέλησης! Κάθε παραμύθι που σέβεται τον εαυτό του εξυμνεί αυτήν την περιβόητη δύναμη! Πάντα όμως θα ναι παραμύθι, δηλαδή ένα ψέμα, κάτι που θα μας παραμυθιάζει, θα μας παρηγορεί. Και πάντα ταιριάζει με την ζωή. Η δύναμη της θέλησης για ζωή! Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί η θέληση για ζωή να είναι ταυτόσημη της δύναμης, ενώ η θέληση για θάνατο ταυτόσημη με αδυναμία! Από την μία, η ζωή, λαμπρή, φωτεινή, δυνατή και από την άλλη ο θάνατος, θαμπός, σκοτεινός και αδύναμος. Από την μία αυτοί που καταφέρνουν να ζήσουν, τρανοί, παράδειγμα προς μίμηση...ενίοτε ήρωες, ενώ αυτοί που καταφέρνουν να πεθάνουν ποταποί, παράδειγμα προς αποφυγήν…ενίοτε και ψυχικά ασθενείς.

Όλα λοιπόν παίρνουν την μορφή μου τους δίνουμε. Αρκεί κάποιος να σκεφτεί ότι το σημείο του εγκεφάλου που ενεργοποιείται όταν βλέπουμε κάτι, ακριβώς αυτό το ίδιο σημείο ενεργοποιείται και όταν δεν υπάρχει αυτό το κάτι… και απλά το σκεπτόμαστε. Αλλά εμείς είμαστε εγκλωβισμένοι στην εικόνα. Μέσα μάλιστα στην εικόνα που εμείς οι ίδιοι έχουμε φτιάξει. Η σκέψη δημιουργεί την πραγματικότητα. Και κάπου εδώ βρισκόμαστε στη ζώνη του λυκόφωτος για κάποιους φίλους ή στον κόσμο των άπειρων δυνατοτήτων. Όλα είναι πιθανά σημεία συνείδησης, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε την εμπειρία της συνείδησης.

Αυτές οι ανθρώπινες αδυναμίες σκέφτομαι θα φταίνε για τον εξής πόλεμο: εκεί που οι νόμοι της φύσης εναντιώνονται στους κατασκευασμένους από εμάς νόμους της κοινωνίας. Η επανάσταση δεν γίνεται γιατί την θεωρούμε απίθανη. Αλλά αν ο ίδιος ο κόσμος είναι απίθανος, όλα είναι πιθανά. Είναι πιθανό να διαταραχθεί η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας και να εξαφανιστούμε αυτόματα.. Το απειροελάχιστο να είχε αλλάξει δεν θα υπήρχαμε.

Και εκεί είναι που κατανοώ πλήρως τους αναποφάσιστους. Για φαντάσου μια μικρή φαινομενικά ασήμαντη επιλογή να οδηγήσει σε άλλη και που με την σειρά της θα οδηγήσει σε άλλες και …ούφ…αυτές θα καθορίσουν εν τέλει το τι θα είσαι, με ποιον θα είσαι, τι θα κάνεις, τι θα σκέφτεσαι κτλ. Αλλά ευτυχώς έρχεται και εκεί η φυσική και λέει, αποδεικνύει μάλλον, ότι ακόμα κι αν επιλέξουμε ένα από τις πολλές επιλογές που έχουμε, θα πραγματοποιούνται…όλες. Στην κβαντική πραγματικότητα κάθε επιλογή οδηγεί σε εκκίνηση όλων των πιθανών δυνατοτήτων που θα οδηγήσουν σε άλλες κ.ο.κ .

Στο δρόμο προς τον γυρισμό, διαβάζω ένα απόσπασμα του συγγραφέα του έργου από το πρόγραμμα της παράστασης. «η Φυσική υπήρξε αρωγός για να ξεπεράσω το πένθος για τον θάνατο του πατέρα μου.» Ενδιαφέρον σκέφτομαι…Για μένα η φυσική με κάνει να δω ότι είναι πιο πραγματικό αυτό που πίστευα ως μη πραγματικό αλλά και να παραδεχτώ ότι αυτό που πίστευα αληθινό, τώρα μοιάζει να μην είναι. Κι αυτή η γνώση με εγκλωβίζει. Ο Φάουστ δεν έγινε πιο ευτυχισμένος κατέχοντας περισσότερη γνώση ούτε ο Άμλετ…μάλλον το αντίθετο…τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που θα ελευθερωθεί από τα δεσμά της γνώσης ο πρώτος και από την απραξία, αδράνεια που την συνοδεύει ο δεύτερος. Άρα ίσως η ευτυχία είναι αυτό το μυστήριο που από την μια ξέρουμε ότι υπάρχει αλλά δεν το βλέπουμε με τις αδύναμες αισθήσεις μας. Έτσι συνεχίζουμε να το ψάχνουμε. Είναι σαν τα αστερία που δεν βλέπει η ανιψιά μου στην Αγγλία αλλά είναι εκεί, συνεχίζουν να πέφτουν όταν αυτή κάνει ευχές. Και σίγουρα κάποιο έχει πέσει όταν έχει κάνει μια ευχή.

Φτάνω στο σπίτι την στιγμή που φτάνει και η αδελφή μου. Ευτυχώς δεν είχα κλειδί. Τέλειος συγχρονισμός! Λέω να τερματίσω την λειτουργία του μυαλού μου για σήμερα. Με ανοικτή ακόμα την σελίδα «Θα υπάρξει μια σωματική και πνευματική συγχρονικότητα; Είναι αυτό το νόημα της ζωής;» φτάνω στο πρώτο όνειρο. Η  εικόνα ενός χαρτιού που βγάζω μέσα από ένα ξεχασμένο τζιν. Για χιλιοστή φορά πλυμένο και διπλωμένο στα οκτώ. Το ανοίγω και βρίσκεται μια κρεμάλα. Από κάτω παύλες να περιμένουν τα σωστά γράμματα. Η λέξη λείπει. Δεν υπάρχει ούτε η πρώτη λέξη, ούτε η τελευταία για να με βοηθήσει. Δεν μπορώ καν να καταλάβω από πόσα γράμματα αποτελείται αυτή η λέξη... Τρέχα γύρευε!

Σχολιάστε το άρθρο

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Facebook
Twitter GooglePlus